χρωμοδυναμικός

χρωμοδυναμικός
-ή, -ό, Ν
φρ. «κβαντική χρωμοδυναμική»
φυσ. κβαντική θεωρία, σύμφωνα με την οποία οι ισχυρές αλληλεπιδράσεις περιγράφονται ως αλληλεπιδράσεις μεταξύ σημειακών κουάρκ με τη μεσολάβηση τών γλοιωνίων, δηλαδή τών κβάντων ενός πεδίου, γνωστού ως πεδίου χρωμάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρωμ(ο)-* + δυναμική. Η λ. είναι αντιδάνειο, πρβλ. αγγλ. chromodynamics (quantic)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”